Ολοι θέλουν έναν Πάμπλο Γκαρσία και ας μην το λένε


Οταν πέρυσι αποκτήθηκε ο Πάμπλο Γκαρσία, η πρώτη εικόνα στο αεροδρόμιο, εν μέσω εναγκαλισμών με ενθουσιώδεις οπαδούς του ΠΑΟΚ, ήταν ενδεικτική του τι θα ανέμενε κανείς από εκείνον. Αγέλαστος, σχεδόν κατηφής, με μια σκληράδα στην πρόσωπό του που ενίσχυε το βιογραφικό του. Η μεταγραφή του εντασσόταν σε μια συγκεκριμένη φιλοσοφία την οποία εκπόνησε ο Βρύζας και εφάρμοσε η διοίκηση Ζαγοράκη, σύμφωνα με την οποία ο νέος ΠΑΟΚ όφειλε να αποκτήσει αναγνωρίσιμους διεθνώς ποδοσφαιριστές από τους οποίους θα εισέπραττε στη μεγαλύτερη δυνατή αναλογία οφέλη αγωνιστικά και επικοινωνιακά. Εναν χρόνο αργότερα, ο ποδοσφαιριστής που διεκδικεί τον τίτλο του αγαπημένου της σκληροπυρηνικής εξέδρας συγκεντρώνει περισσότερες πιθανότητες να αποχωρήσει με μεταγραφή. Αν τελικώς η Ανκαραγκουτσού επισημοποιήσει το ενδιαφέρον της, τότε ο Ζαγοράκης, ο Βρύζας και ο Σάντος οφείλουν να πάρουν μια σημαντική απόφαση λαμβάνοντας υπόψη ουσιαστικά δυο παράγοντες.

Το πρώτο κομμάτι είναι το συναισθηματικό. Στο ποδόσφαιρο, όλοι κρύβουν έναν Γκαρσία μέσα τους. Η διαφορά είναι ότι ελάχιστοι το δείχνουν. Και όλοι οι οπαδοί θέλουν να βλέπουν έναν ποδοσφαιριστή μ’ αυτά τα χαρακτηριστικά στην ομάδα τους. Λέγεται ότι ο Γκαρσία στον ΠΑΟΚ πέρυσι πρόσφερε περισσότερα σε επίπεδο εντυπώσεων έως και στο επικοινωνιακό πεδίο, παρά στο αγωνιστικό. Λέγεται, επίσης, ότι η προσφορά του στην ομάδα φάνηκε στα παιχνίδια που δεν αγωνιζόταν. Στo highlight της χρονιάς με την μπουνιά στον Ντιόγκο ζήσαμε την αποθέωση της υποκρισίας. Μηδέ και του συναφιού μας εξαιρουμένου. Από τη μια στις εφημερίδες διάβαζες για τον «χασάπη» από την Ουρουγουάη, για το ότι τέτοιοι χαρακτήρες δεν έχουν θέση στα ελληνικά γήπεδα (λες και το ελληνικό πρωτάθλημα είναι πλημμυρισμένο από μουσεία λαϊκής τέχνης) και από την άλλη ενθάρρυναν τη συμπεριφορά του Γκαρσία, τον οποίο θεοποιούσαν ως τον υπερασπιστή των αδυνάτων ενάντια στο σάπιο κατεστημένο. Εκείνη η μπουνιά στο Καραϊσκάκη, πάντως, μπορεί να μυθοποίησε τον Ουρουγουανό στα μάτια των οπαδών του ΠΑΟΚ, ταυτόχρονα όμως αποτέλεσε και την απαρχή μιας στοχοποίησης εναντίον του, ακόμη και όταν δεν του άξιζε. Οπως η αποβολή στον αγώνα με το Θρασύβουλο.

Αυτά για τις εντυπώσεις. Γιατί το δεύτερο στοιχείο, το αγωνιστικό, είναι το σημαντικότερο. Το βασικό στοιχείο που έλειπε από τον περσινό ΠΑΟΚ για να ανταγωνιστεί ομάδες τίτλου ήταν η ταχύτητα. Ο Γκαρσία ήταν εξαιρετικός ανασταλτικός, κουβαλούσε την μπάλα αξιοπρεπώς από την άμυνα έως την επίθεση, αλλά στις επιστροφές σου έδινε την αίσθηση ότι κυνηγά τον αντίπαλο όπως ο βοσκός το γίδι. Η πρώτη και βασική εισήγηση του Σάντος στις μεταγραφές ήταν η απόκτηση του Βιτόλο, ακριβώς για να συμπληρώσει ή ακόμη και να αναπληρώσει τη δεδηλωμένη αδυναμία της ομάδας του όταν θα αποφάσιζε να παίξει με έναν αμυντικό χαφ. Θεωρητικά, ο Βιτόλο δίνει αριθμητικό πλεονέκτημα στην ομάδα του προσφέροντας τη δυνατότητα στους υπόλοιπους ανασταλτικούς, Φωτάκη ή Σορλέν, να βγαίνουν στην επίθεση πίσω από τους επιθετικούς. Ο Βιτόλο επιτρέπει στον Σάντος να παρακολουθεί πιο ήσυχος μια αντεπίθεση των αντιπάλων όταν οι επιθετικοί του «πουλήσουν» την μπάλα. Εχοντας στο κέντρο της άμυνας ένα δίδυμο Τσιρίλο, Κοντρέρας, ο ανασταλτικός μέσος οφείλει να είναι, αν μην τι άλλο, γρηγορότερος από αυτούς. Και ο Γκαρσία δεν είναι.

Επειδή όμως το ποδόσφαιρο, έστω και στην επαγγελματική διάστασή του, δεν είναι Football Μanager για να σχεδιάζεις επί χάρτου ή εν προκειμένω στο PC σου, η πιθανή πώληση του Πάμπλο Γκαρσία μοιάζει (και είναι) σύνθετη υπόθεση. Αν ήταν πιτσιρικάς που άρχιζε τώρα την καριέρα του, οι πιθανότητες να τον πείσεις για μια μετακίνηση στο τουρκικό πρωτάθλημα θα έμοιαζαν με νεράκι. Με μια καριέρα πίσω του που μετρά συμμετοχές σε Μουντιάλ, Primera Division και Ρεάλ Μαδρίτης, η δική του επιθυμία έχει προτεραιότητα και σε κάθε περίπτωση οφείλεις να τη σεβαστείς.

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις